Σύνταξη άρθρου: Βιολέττα Κόκοβα

Επιμέλεια άρθρου: Κωνσταντίνος Ουρανός

«Θησαυρός», Νομισματικό Μουσείο Αθηνών

Στο παρόν μας άρθρο θα μιλήσουμε για έναν κλάδο των Οικονομικών, τα «Συμπεριφορικά Οικονομικά», τα οποία, μολονότι άγνωστα στο ευρύ κοινό, είναι μεγάλης σημασίας καθώς αφορούν στο πώς καταναλώνουμε και στο πώς αποταμιεύουμε τα χρήματά μας. Ας τα δούμε λοιπόν αναλυτικά, διότι πρόκειται για τους τρόπους με τους οποίους εμείς οι ίδιοι διαχειριζόμαστε τα ποσά που καταναλώνουμε, αποταμιεύουμε γενικώς ή αφήνουμε ανενεργά «στην άκρη».

Οι παραδοσιακές οικονομικές θεωρίες απεικονίζουν τον καταναλωτή ως Homo Economicus, δηλαδή, ως έναν άνθρωπο ο οποίος σκέφτεται οικονομικά και δρα πάντα ορθολογικά. Οι θεωρίες αυτές στηρίζονται σε ορισμένες παραδοχές για την ανθρώπινη συμπεριφορά, οι οποίες, όμως, δεν επαληθεύονται πάντα από την εμπειρία. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τα παραδοσιακά οικονομικά μοντέλα, ο καταναλωτής πραγματοποιεί άριστες επιλογές προκειμένου να μεγιστοποιεί τη χρησιμότητά του ενώ έχει στη διάθεσή του όλη την απαραίτητη πληροφόρηση ώστε να προχωρά στη βέλτιστη ορθολογική επιλογή. Επιπλέον, σύμφωνα με τις κλασσικές θεωρίες, ο άνθρωπος είναι σε θέση να επεξεργαστεί αποτελεσματικά την πληροφόρηση αυτήν και, τέλος, (κι εδώ υπεισερχόμαστε και σε άλλα επιστημονικά και μη πεδία) διαθέτει τη θέληση να εφαρμόσει τις αποφάσεις του.

Ο κλάδος των Συμπεριφορικών Οικονομικών αμφισβητεί τις παραπάνω παραδοχές και επιχειρεί να αντικαταστήσει τον οικονομικό άνθρωπο με τον πραγματικό άνθρωπο. Ο πραγματικός άνθρωπος κάνει λάθη, δεν κατανοεί πάντα τις πληροφορίες που του μεταφέρονται και δε δρα αποκλειστικώς ορθολογικά. Τις τελευταίες δεκαετίες, η έρευνα στον κλάδο των Συμπεριφορικών Οικονομικών έχει αναδείξει έναν σημαντικό αριθμό ευρημάτων, σχετικών με τον τρόπο κατά τον οποίο οι καταναλωτές λαμβάνουν διάφορες οικονομικές αποφάσεις. Μεταξύ αυτών είναι η απόφαση για αποταμίευση. Έτσι, τα ευρήματα αυτά μπορούν να αξιοποιηθούν ώστε να ενισχύσουν την αποταμιευτική συμπεριφορά.

Στη συνέχεια παρουσιάζονται ορισμένα από τα βασικότερα και πλέον χρήσιμα ευρήματα του επιστημονικού κλάδου των Συμπεριφορικών Οικονομικών για τη λήψη αποφάσεων γύρω από την αποταμίευση.

Αποστροφή στην Ασάφεια (ambiguity aversion) 

Οι έρευνες γύρω από τη διαδικασία λήψης αποφάσεων έχουν καταδείξει τις καταστροφικές επιπτώσεις τις οποίες μπορεί να έχει η άγνοια και η έλλειψη πληροφόρησης στις επιλογές των καταναλωτών. Παραδείγματος χάριν, οι άνθρωποι φαίνεται ότι προτιμούν χρηματοοικονομικά προϊόντα των οποίων ο κίνδυνος είναι γνωστός, έναντι εκείνων των οποίων ο κίνδυνος είναι άγνωστος ή ασαφής. Χαρακτηριστική είναι, επίσης, η τάση των ανθρώπων να συγκρίνουν τις γνώσεις τους αναφορικά με ένα αντικείμενο με τις γνώσεις που έχουν για ένα άλλο πεδίο και, αναλόγως, να αισθάνονται είτε ότι είναι ικανοί να λάβουν ορθές αποφάσεις ή ότι έχουν άγνοια γύρω από το συγκεκριμένο θέμα και οι αποφάσεις τους δεν θα επιφέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα.

Συμπεραίνει κανείς, επομένως, ότι η έλλειψη γνώσεων γύρω από τα χρηματοοικονομικά, την αποταμίευση και την προετοιμασία για τη συνταξιοδότηση έχει επιπτώσεις στη συμπεριφορά μας. Είναι λ.χ. πιθανό να προκαλεί αισθήματα ανικανότητας στα άτομα και να τα ωθεί στην αποφυγή λήψης οποιασδήποτε σχετικής απόφασης. Εύκολα γίνεται αντιληπτό, λοιπόν, το πόσο σημαντικό είναι οι πολιτικές οι οποίες σχετίζονται με την αποταμίευση και τη συνταξιοδοτική ασφάλιση, να σχεδιάζονται με τρόπο τέτοιο ώστε όλη η απαραίτητη πληροφορία να είναι τόσο διαθέσιμη όσο και κατανοητή για όλους τους ενδιαφερόμενους και όχι μόνο για όσους κατέχουν εξειδικευμένες γνώσεις. Εξίσου σημαντική, όμως, είναι και η ενίσχυση των δεξιοτήτων των ανθρώπων σε ζητήματα λήψης χρηματοοικονομικών αποφάσεων.

Ανεπίσημα Στοιχεία (anecdotal evidence) 

Οι ελλιπείς γνώσεις γύρω από την αποταμίευση και τα οικονομικά γενικότερα, είναι πιθανό να οδηγήσουν τους καταναλωτές στην αποφυγή λήψης σχετικών αποφάσεων. Μπορεί, όμως, και να τους ωθήσουν στην αναζήτηση οδηγιών και συμβουλών είτε από επαγγελματίες του κλάδου ή από συγγενείς και φίλους. Η καθοδήγηση από επαγγελματίες, ωστόσο, εμπεριέχει κόστος το οποίο δεν είναι όλοι οι καταναλωτές σε θέση να καλύψουν με αποτέλεσμα αρκετοί να καταφεύγουν σε ανεπίσημα στοιχεία, όπως είναι οι απόψεις ή οι εμπειρίες των ατόμων του περιβάλλοντός τους. Η κύρια αιτία πίσω από τη δημοτικότητα των ανεπίσημων στοιχείων έγκειται στο γεγονός ότι οι άνθρωποι ταυτίζονται περισσότερο με τους οικείους τους παρά με τον μέσο άνθρωπο, στον οποίο απευθύνονται τα επίσημα δεδομένα. Ακόμη, η πληροφόρηση την οποία λαμβάνουν τα άτομα από τους οικείους τους είναι δυνατό να είναι πιο ελκυστική και να γίνεται ευκολότερα κατανοητή σε σχέση με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία, τα οποία δεν είναι όλοι σε θέση να ερμηνεύσουν.

Στοιχεία, όμως, όπως τα παραπάνω, δεν είναι πάντα αξιόπιστα καθώς δεν έχουν όλοι οι καταναλωτές τις ίδιες ανάγκες και, πιθανώς, να οδηγήσουν σε λανθασμένες αποφάσεις. Από την άλλη, οι εμπειρίες, οι ιστορίες και οι απόψεις των κοντινών ανθρώπων μπορεί να προκαλέσουν έντονα συναισθήματα στον καταναλωτή, αλλοιώνοντας την αντίληψή του σχετικά με τους ενδεχόμενους κινδύνους των αποφάσεων που σχεδιάζει να λάβει. Επιπροσθέτως, οι καταναλωτές, οι οποίοι και εκτίθενται καθημερινά σε δεκάδες μηνύματα τα οποία σχετίζονται με τη διαχείριση των οικονομικών, συχνά λαμβάνουν αποφάσεις με γνώμονα τις πληροφορίες τις οποίες μπορούν να θυμηθούν ευκολότερα.

Για παράδειγμα, έρευνες έχουν αποκαλύψει ότι η κάλυψη διαφόρων γεγονότων από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης μπορεί να δημιουργήσει εσφαλμένες αντιλήψεις σχετικά με τη συχνότητα με την οποία τα γεγονότα αυτά συμβαίνουν. Επομένως, στο άκουσμα ειδήσεων που αφορούν αποτυχημένα συνταξιοδοτικά προγράμματα ή και απώλειες των αποταμιεύσεων, οι καταναλωτές και επενδυτές, ανησυχώντας ότι θα έχουν την ίδια τύχη, πιθανώς να προχωρήσουν σε λάθος επιλογές. Στην πραγματικότητα, όμως, σπάνια τα ειδησεογραφικά πρακτορεία κάνουν λόγο για περιπτώσεις όπου τα άτομα κατάφεραν να αποταμιεύσουν και να συνταξιοδοτηθούν χωρίς προβλήματα, γεγονός το οποίο δημιουργεί μια λανθασμένη εντύπωση ως προς το πόσο πιθανό είναι να συμβεί αυτό. Απαιτείται, έτσι, ιδιαίτερη προσοχή στη διαχείριση τέτοιων επιφανειακών πληροφοριών, ιδίως στις ημέρες μας όπου αυτές διατίθενται σε αφθονία από ποικίλες πηγές.

Στο παραπάνω διάγραμμα γίνεται εμφανής η πτωτική τάση των ποσοστών της αποταμίευσης στην Ελλάδα μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1970, όταν και σημειώνονται τα υψηλότερα επίπεδα αποταμίευσης, με αποκορύφωμα το 1973. Ραγδαία πτώση παρατηρείται κατά τα χρόνια της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008-2014 ενώ η μικρή αύξηση που καταγράφεται την περίοδο που ακολουθεί, διακόπτεται απότομα το 2020 από την έλευση της πανδημίας της COVID-19, με τα επίπεδα της αποταμίευσης να αγγίζουν ιστορικό χαμηλό

Αποστροφή στην Απώλεια (loss aversion) 

Έχει αποδειχθεί ότι, για τον άνθρωπο, η απώλεια είναι περίπου δύο φορές περισσότερο επώδυνη από ότι το κέρδος είναι ικανοποιητικό, φαινόμενο το οποίο ονομάζεται «αποστροφή στην απώλεια». Εάν κάποιος, επομένως, χρειάζεται να αφαιρεί ένα μέρος του μισθού του με δική του πρωτοβουλία και να το τοποθετεί σε έναν αποταμιευτικό λογαριασμό, τότε, πιθανώς, να αντιλαμβάνεται το ποσό που θα αποταμιεύει ως απώλεια στον μισθό του και να μην επιθυμεί να το πράττει. Στον αντίποδα, όταν οι συνταξιοδοτικές εισφορές αφαιρούνται αυτόματα από τον μισθό, τότε ο εργαζόμενος, ο οποίος δε συνυπολόγιζε ποτέ το ποσό αυτό στο εισόδημά του, δεν παρατηρεί κάποια απώλεια.

Πλαισίωση (framing) 

Αρκετά συχνά, όπως ήδη αναφέρθηκε, ο τρόπος κατά τον οποίο παρουσιάζεται ένα πρόβλημα που απαιτεί τη λήψη μιας απόφασης, μπορεί να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην τελική επιλογή. Το ίδιο ακριβώς πρόβλημα, δοσμένο με δύο διαφορετικούς τρόπους, είναι δυνατό να οδηγήσει σε δύο παντελώς διαφορετικές αποφάσεις, φαινόμενο το οποίο αποκαλείται «πλαισίωση».

Παραδείγματος χάριν, σύμφωνα με μελέτες, έχει διαπιστωθεί ότι ο τρόπος που ο καταναλωτής αποφασίζει να διαχειριστεί ένα χρηματικό ποσό, το οποίο του δίνεται, εξαρτάται από το εάν το ποσό αυτό παρουσιάζεται ως «αποζημίωση» ή ως «μπόνους». Στην πρώτη περίπτωση εκείνος το αντιλαμβάνεται ως ένα ποσό το οποίο αποτελούσε ήδη μέρος του εισοδήματός του και, όταν αυτό του επιστρέφεται, είναι πιθανότερο να το αποταμιεύσει καθώς η κατανάλωσή του θα γινόταν αντιληπτή ως απώλεια. Αντίθετα, όταν τα χρήματα αυτά έχουν τη μορφή του «μπόνους», είναι πιο πιθανό να καταναλωθούν καθώς το έξοδο αυτό δεν γίνεται αντιληπτό ως μείωση στο εισόδημα. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των Η.Π.Α. όπου, τη δεκαετία του 2000 και επί προεδρίας Τζωρτζ Μπους (G. Bush Jr.), οι πολίτες έλαβαν από το κράτος μια οικονομική ενίσχυση η οποία είχε ως στόχο την τόνωση της οικονομίας, κάτι το οποίο, όμως, δεν επετεύχθη, καθώς η ενίσχυση αυτή ονομάστηκε «αποζημίωση» με αποτέλεσμα οι πολίτες να προτιμήσουν κυρίως να αποταμιεύσουν το χρηματικό ποσό, αντί να το καταναλώσουν.

Ευρετικοί Κανόνες (heuristics) 

Ο όρος «ευρετικοί κανόνες» αναφέρεται στην τάση των ανθρώπων να καταφεύγουν σε εμπειρικούς κανόνες, προκειμένου να λαμβάνουν γρήγορες αποφάσεις. Οι κανόνες αυτοί συχνά αποδεικνύονται χρήσιμοι, καθώς παρέχουν ικανοποιητικές λύσεις σε περιπτώσεις όπου ο χρόνος, η πληροφόρηση ή οι γνώσεις είναι περιορισμένες. Μπορούν, ωστόσο, να οδηγήσουν και σε συστηματικά εσφαλμένες επιλογές. Ενδεικτικά, το να αποταμιεύει κανείς το 10% του εισοδήματός του, να συνταξιοδοτηθεί αφού θα έχει αποταμιεύσει επί τριανταπέντε έτη, να αποταμιεύει ένα μικρό ποσό καθημερινά ή να φροντίζει να ξοδεύει λιγότερα χρήματα από όσα εισπράττει, αποτελούν πρακτικούς κανόνες (rules of thumb) οι οποίοι μπορούν να λειτουργήσουν ενισχυτικά για την αποταμιευτική συμπεριφορά.

Η αποταμίευση ενός σταθερού ποσοστού του εισοδήματος, όπως είναι το 10% συνιστά έναν απλό κανόνα τον οποίο θα μπορούσε να ακολουθήσει ο οποιοσδήποτε, χωρίς να απαιτούνται οικονομικές γνώσεις. Από τη μια πλευρά, πιθανώς, το σταθερό αυτό ποσοστό να μην αποτελεί την άριστη επιλογή για την αποταμίευση, καθώς συχνά τα δεδομένα και οι ανάγκες μεταβάλλονται. Από την άλλη πλευρά, όμως, όπως παρουσιάστηκε παραπάνω, τα άτομα αποστρέφονται την ασάφεια  και αποφεύγουν να λαμβάνουν αποφάσεις για θέματα γύρω από τα οποία δεν έχουν γνώσεις, γεγονός το οποίο, ενδεχομένως, να τα ωθεί στο να μην αποταμιεύουν καθόλου. Παρότι, επομένως, ο παραπάνω πρακτικός κανόνας δεν οδηγεί απαραίτητα στην άριστη επιλογή, αποτρέπει τα άτομα από το να μην πράξουν απολύτως τίποτα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η συμπεριφορική προσέγγιση δε συνεπάγεται την απόρριψη των κλασικών οικονομικών μοντέλων της αποταμίευσης, καθώς αυτά παρέχουν στους ερευνητές ένα γενικό θεωρητικό πλαίσιο αλλά, αντιθέτως, τα συμπληρώνει, οδηγώντας σε ακριβέστερες προβλέψεις. Ευρήματα όπως τα παραπάνω είναι αναγκαίο να λαμβάνονται υπόψη τόσο από τους καταναλωτές όσο και από τους χαράσσοντες τις πολιτικές αλλά και από τους οργανισμούς που σχεδιάζουν και προσφέρουν αποταμιευτικά προϊόντα και υπηρεσίες, προκειμένου να ενισχυθούν τα επίπεδα της αποταμίευσης.  

 

Πηγές

Duxbury, D. (2017). Financial Rules of Thumb: A review of the evidence and its implications. The Money Advice Service. Διαθέσιμο στοhttps://financialcapability.gov.au/files/financial-rules-of-thumb-a-review-of-the-evidenceand-its-implications.pdf   

Epley, N., Mak, D. & Idson, L. C. (2006). Bonus or rebate?: The impact of income framing on spending and saving. Journal of Behavioral Decision Making, 19(3), 213– 227. DOI: 10.1002/bdm.546  

Kahneman, D. & Tversky, A. (1984). Choices, values and frames. American Psychologist, 39, 341-50. DOI:10.1037/0003-066X.39.4.341 

Kahneman, D. Knetsch, J.L. & Thaler, R.H. (1991). Anomalies: The Endowment Effect, Loss Aversion, and Status Quo Bias. Journal of Economic Perspectives. 5 (1), 193–206. DOI:10.1257/jep.5.1.193  

Knoll, M.A.Z. (2010). The Role of Behavioral Economics and Behavioral Decision Making in Americans’ Retirement Savings Decisions. Social Security Bulletin, Washington, D.C.: Social Security Administration, 70(4), 1-23. Διαθέσιμο στοhttps://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/21261167  

Thaler, R.H. (2016). Behavioral Economics: Past, Present, and Future. American Economic Review, 106(7), 1577-1600. DOI:10.1257/aer.106.7.1577  

Thaler, R.H. & Benartzi, S. (2004). Save more tomorrow: Using behavioral economics to increase employee saving. Journal of Political Economy, 112(S1), S164–S187. DOI:10.1086/380085  

The World Bank. (2022). Gross Domestic Savings (% of GDP)https://data.worldbank.org/indicator/NY.GDS.TOTL.ZS 

Tversky, A. & Kahneman, D. (1974). Judgment under uncertainty: Heuristics and biases. Science, 185(4157), 1124–1131. DOI:10.2307/2288362   

Tversky, A. & Kahneman, D. (1981). The framing of decisions and the psychology of choice. Science, 211(4481), 453–458. DOI:10.1126/science.7455683 

 

 

Ηλ.Ταχ.: [email protected]

Ελευθερία Κρασσά

Φοιτήτρια στο Τμήμα Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας, Ο.Π.Α.

 

Βιολέττα Κόκοβα

Οικονομολόγος, MBA

 

Αναστασία Μοσκόβη

Λογίστρια

 

Λίνα Ριζκάλα

Οικονομολόγος