Σύνταξη άρθρου: Ευτυχία Γιαννακοπούλου
Επιμέλεια άρθρου: Κωνσταντίνος Ουρανός

Ωγκύστ Ρενουάρ, «Μητρότητα», 1886

Τα ιατρικά προβλήματα ατεκνίας αποτελούν ένα μείζον κοινωνικό πρόβλημα στην εποχή μας. Η υπογονιμότητα σημειώνει δυστυχώς υψηλά ποσοστά και στη χώρα μας. Χάρη όμως στη γενετική τεχνολογία η ιατρική έχει βρει τρόπους να επιλύσει, εν μέρει έστω, το πρόβλημα. Η τεχνητή γονιμοποίηση, η υποβοηθούμενη κύηση, η παρένθετη μητρότητα είναι μερικοί από τους τρόπους αυτούς.

Πέραν από τα της ιατρικής, έχει καταστεί αναγκαία και η νομοθετική ρύθμιση του ζητήματος καθώς πολλοί φορείς έχουν πάρει θέση παίζοντας καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του απαραίτητου θεσμικού πλαισίου. Η έγνοια του νομοθέτη δεν περιορίζεται βέβαια μόνο στη μέθοδο της παρένθετης μητέρας, με την οποία θα ασχοληθούμε στο παρόν άρθρο, αλλά επεκτείνεται και στις υπόλοιπες τεχνικές με τις οποίες επιτυγχάνεται η σύλληψη και κυοφορία του εμβρύου χωρίς τη σεξουαλική επαφή και οι οποίες είναι α) η σπερματέγχυση, β) η εξωσωματική γονιμοποίηση, γ) η έκπλυση μήτρας δ) η μεταφορά γαμετών στις σάλπιγγες, ε) η κρυοσυντήρηση γαμετών και εμβρύων.

Ας δούμε λοιπόν επί της ουσίας ποια είναι η μέθοδος της παρένθετης μητέρας και ποια η διαδικασία της.

Παρένθετη μητρότητα είναι η δυνατότητα της γονιμοποίησης του ωαρίου έξω από το σώμα της βιολογικής μητέρας και η προσφυγή στη βοήθεια μια άλλης γυναίκας, η οποία θα κυοφορήσει το ήδη γονιμοποιημένο ωάριο για λογαριασμό της γυναίκας που επιθυμεί να τεκνοποιήσει. Με απλά λόγια η γυναίκα, που ενδιαφέρεται αλλά δεν μπορεί να αποκτήσει παιδί, «δανείζεται» τη μήτρα μιας άλλης γυναίκας, στην οποία και μεταφέρεται/εμφυτεύεται το γονιμοποιημένο ωάριό της. Έτσι η τελευταία αυτή γυναίκα θα κυοφορήσει και θα γεννήσει στη θέση της γυναίκας, που επιθυμεί το παιδί.

Τι ορίζει ο νόμος

Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή της διαδικασίας της ανωτέρω μεθόδου είναι η δικαστική άδεια. Απαιτείται δηλαδή η ύπαρξη δικαστικού εγγράφου και η χωρίς αντάλλαγμα συμφωνία μεταξύ των προσώπων που επιδιώκουν την απόκτηση τέκνου και της γυναίκας, που θα κυοφορήσει καθώς και του συζύγου της, εάν αυτή είναι έγγαμη. Το δικαστήριο εφόσον βεβαιωθεί πως η γυναίκα που επιθυμεί την απόκτηση τέκνου είναι ιατρικώς αδύνατο να κυοφορήσει, αν και βρίσκεται σε γόνιμη ηλικία και ότι η μέλλουσα κυοφόρος είναι υγιής και κατάλληλη για κυοφορία, παρέχει την άδεια για την εφαρμογή της όλης διαδικασίας. Οφείλουμε να τονίσουμε πως μέχρι και τον Ιούλιο του 2014 οι δύο γυναίκες απαιτείτο να είναι κάτοικοι της Ελλάδας. Όμως με τον νόμο 4272/2014 επεκτάθηκε το επιτρεπτό της διαδικασίας σε όλες τις περιπτώσεις όπου έστω ένα και μόνο από τα δύο μέρη έχει προσωρινή διαμονή στην Ελλάδα, πράγμα που σημαίνει παραμονή στη χώρα κατ’ ελάχιστο για τη λήψη της δικαστικής άδειας και δυνατότητα τοκετού οπουδήποτε στον κόσμο. Βέβαια στο γεγονός αυτό ελλοχεύει ο κίνδυνος του αναπαραγωγικού τουρισμού (και με τις γνωστές συνέπειες και του τράφικιγκ).
Μετά τον τοκετό η παρένθετη μητέρα νομικώς δεν θα έχει καμία υποχρέωση αλλά ούτε και δικαιοδοσία στο νεογνό. Στα μητρώα του ληξιαρχείου εγγράφεται η μητέρα που έλαβε τη δικαστική άδεια για την απόκτησή του και όχι εκείνη, που, παρένθετα, το κυοφόρησε.

Νομικό πλαίσιο

Καταρχήν το δικαίωμα της αναπαραγωγής ή δικαίωμα απόκτησης φυσικών απογόνων είναι το δικαίωμα του ατόμου (ατομικό δικαίωμα) να αποφασίσει το ίδιο εάν και πότε θα αποκτήσει παιδιά. Το δικαίωμα αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος που αναφέρεται στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας: «Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική, πολιτική ζωή της χώρας εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα και τα χρηστά ήθη».

Η από ετών ευρεία εφαρμογή και στη χώρα μας βιοϊατρικών μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής δημιουργεί καθημερινά νέες προκλήσεις για το δίκαιο και την κοινωνία. Το γεγονός αυτό κατέστησε αναγκαία τη διαμόρφωση ενός νομικού πλαισίου, που να ρυθμίζει την εφαρμογή της.

Στην Ελλάδα ρυθμίζεται με τους Ν 3089/2002 και Ν 3305/2005. Το 2002 ψηφίστηκε το πρώτο νομοθέτημα και ακολούθησε νεότερος νόμος το 2005.
Σύμφωνα λοιπόν με τον Ν 3305/2005 για την εφαρμογή της Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (Ι.Υ.Α) προβλέπονται στο άρθρο 1 οι γενικές αρχές αυτής. Συγκεκριμένα:

  • Οι μέθοδοι της Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (Ι.Υ.Α.) εφαρμόζονται με τρόπο που εξασφαλίζει τον σεβασμό της ελευθερίας του ατόμου και του δικαιώματος της προσωπικότητας καθώς και την ικανοποίηση της επιθυμίας για απόκτηση απογόνων με βάση τα δεδομένα της ιατρικής και της βιολογίας καθώς και τις αρχές της βιοηθικής.
  • Κατά την εφαρμογή των μεθόδων πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν το συμφέρον του παιδιού. Η διάταξη υπογραμμίζει τη σημασία που πρέπει να έχει η αξιολόγηση του συμφέροντος του παιδιού. Αυτό αποτελεί εκδήλωση της θεμελιώδους αρχής της προστασίας των δικαιωμάτων του παιδιού που κατοχυρώνει το άρθρο 3 της Διεθνούς Σύμβασης για τα δικαιώματα του παιδιού (ν 2101/1992) και το άρθρο 24 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. .

Κατανοώντας την επιθυμία και την ανάγκη των άτεκνων ζευγών να αποκτήσουν ένα παιδί, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως στις περιπτώσεις προσφυγής στις ιατρικώς υποβοηθούμενες μεθόδους αναπαραγωγής εγείρονται ζητήματα ηθικής και βιοηθικής, τα οποία έκαναν την εμφάνισή τους από τη στιγμή που ο άνθρωπος επενέβη στη φύση με τη βοήθεια της βιολογίας και της Γενετικής Μηχανικής. Είναι αντιληπτό πως κανένα συμβόλαιο και κανένα νομικό πλαίσιο δεν μπορεί να διακόψει τη σχέση και το συναισθηματικό δέσιμο που μπορεί να έχει δημιουργηθεί ανάμεσα στην παρένθετη μητέρα και το παιδί. Μην ξεχνάμε πως η γυναίκα αυτή δεν είναι ένα «δοχείο» προς χρήση αλλά κυοφορεί και φέρει ζωή.

 

Πηγές

  • Ισμήνη Κριάρη – Κατράνη (1994). Βιοϊατρικές εξελίξεις και Συνταγματικό Δίκαιο. Εκδόσεις Σάκκουλα A.E.
  • Ισμήνη Κριάρη – Κατράνη (1999). Γενετική τεχνολογία και θεμελιώδη δικαιώματα. Εκδόσεις Σάκκουλα A.E.

 

Ηλ. ταχ.: [email protected]

Ευτυχία Γιαννακοπούλου

Διοικητικός – Νομικός – Κοινωνικός Επιστήμονας