Ανατολικοευρωπαϊκά αυτοκίνητα στους δρόμους της Αθήνας
Σύνταξη άρθρου: Ευθύμης Κυρίκος
Επιμέλεια άρθρου: Κωνσταντίνος Ουρανός
Πρόλογος
Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τον βίαιο διαχωρισμό της Ευρώπης σε «Ανατολική» και «Δυτική» επήλθε και ένας αντίστοιχος διαχωρισμός και στην εξέλιξη και στην παραγωγή της τεχνολογίας, σε όλα της τα επίπεδα. Η τεχνολογική φιλοσοφία των ανατολικών χωρών εμβάθυνε περισσότερο προς την κατεύθυνση της πρακτικότητας και της αντοχής σε αντίθεση με τη Δύση που στόχευε στην πολυτέλεια, στην άνεση, σε τεχνολογίες υπεροχής, στην κατανάλωση γενικότερα, χωρίς να λείπουν οι πολλές εξαιρέσεις φυσικά.
Η Ανατολική Ευρώπη
Ο τομέας της αυτοκινητοβιομηχανίας στην Ανατολική Ευρώπη ακολούθησε με τη σειρά του τη φιλοσοφία που προαναφέραμε. Χτισμένος πάνω στα απομεινάρια της παλιάς ενωμένης Ευρώπης ακολούθησε τον δικό του δρόμο παράγοντας αυτοκίνητα που δεν είχαν ιδιαίτερες πολυτέλειες μεν αλλά ήταν ιδιαίτερα φθηνά στην αγορά, στη χρήση και στη συντήρηση δε. Αυτό φυσικά δε σημαίνει πως δεν έφεραν σημαντικές καινοτομίες ιδίως στους τομείς της ασφάλειας και της οδηγικής συμπεριφοράς στον δρόμο. Για όλα τα παραπάνω κριτήρια ορισμένα από τα οχήματα αυτά υπήρξαν ιδιαίτερα δημοφιλή και στην Ελλάδα. Ας δούμε μερικά από αυτά.
Γιουγκοσλαβία
Yugo Zastava
Το yugo αποτέλεσε το πιο σημαντικό και επιτυχημένο μοντέλο της γιουγκοσλαβικής αυτοκινητοβιομηχανίας Zastava. Η παραγωγή του ξεκίνησε το 1980, ενώ σταμάτησε την παραγωγή τον Νοέμβριο του 2008, οπότε και η αυτοκινητοβιομηχανία κήρυξε πτώχευση. Αν και το συγκεκριμένο αυτοκίνητο δεν είχε ιδιαίτερες καινοτομίες ήταν πολύ προσιτό στον μέσο πολίτη τόσο της Γιουγκοσλαβίας όσο και των υπολοίπων χωρών της Ευρώπης, όπου και με μεγάλη επιτυχία πουλιόταν. Ο σχεδιασμός του έγινε στην Ιταλία στο σχεδιαστικό κέντρο της Fiat και βασίστηκε πάνω στο κλασικό Fiat 126, έχοντας λίγο μικρότερο μεταξόνιο. Αξιοσημείωτο είναι πως εκείνα τα χρόνια της πολύ μεγάλης έντασης του Ψυχρού Πολέμου μια δυτικοευρωπαϊκή και μια ανατολικοευρωπαϊκή βιομηχανία συνεργάστηκαν παράγοντας ένας πολύ πετυχημένο αυτοκίνητο. Ένα πολύ σημαντικό επίτευγμα του συγκεκριμένου αυτοκινήτου ήταν η επίδοση στα τεστ πρόσκρουσης (crash test) εκείνων των εποχών όπου τα πήγε πολύ καλύτερα από το αναμενόμενο στα τεστ πρόσκρουσης με 50 χιλιόμετρα ανά ώρα, ξεπερνώντας τόσο το Saab 900 όσο και το Subaru GL. Συνολικά έχουν κατασκευαστεί 794.428 yugo. Πολλά από αυτά βρίσκονται στη χώρα μας.
Ζastava 750
Το 750 είναι ένα μικρό αυτοκίνητο πόλης που παρήγαγε η σερβική αυτοκινητοβιομηχανία Ζάσταβα (Zastava) στη πρώην Γιουγκοσλαβία από το 1955 ως και το 1985. Αποτελούσε ένα αντίγραφο του Φίατ 600, το οποίο διατηρήθηκε ωστόσο σε παραγωγή για περισσότερα χρόνια. Ήταν το μικρότερο μοντέλο που κατασκεύασε ποτέ η εταιρεία. Η παραγωγή του μοντέλου ήταν στα πλαίσια της συνεργασίας της Φιατ με τη Ζάσταβα για να παράγει η τελευταία αυτοκίνητα όμοια με αυτά της Φίατ στη Γιουγκοσλαβία. Αρχικά η παραγωγή ξεκίνησε με το Zastava 600 ενώ αργότερα συνέχισε με το πιο επιτυχημένο 750 και τέλος με το 850 που διέφερε με το αρχικό μόνο στη χωρητικότητα του κινητήρα καθώς το τελευταίο είχε ισχυρότερο μοτέρ. Τεχνολογικά διέθετε έναν κινητήρα 767 κυβικών εκατοστών 25 ίππων, ενώ κυκλοφόρησε και ισχυρότερη έκδοση 30 ίππων. Αν και η παραγωγή του μοντέλου σταμάτησε το 1985, συνεχίζει και είναι ιδιαίτερα δημοφιλές και σήμερα στις χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας κυρίως λόγω της πολύ μικρής του κατανάλωσης καυσίμου, του νεανικού του χαρακτήρα και του σχεδιασμού του ως συμβόλου μιας διαφορετικής εποχής.
Σοβιετική Ένωση – Ρωσία
Lada Riva
Είναι ένα μικρό αυτοκίνητο που κατασκευάστηκε από τη ρωσική αυτοκινητοβιομηχανία AvtoVAZ από το 1979 ως το 2015. Σε πολλές χώρες ήταν γνωστό ως Lada nova, ενώ σε άλλες ως Lada. Κατασκευάστηκε πάνω στην ίδια φιλοσοφία με το Fiat 124 καθώς η Fiat είχε συμφωνία και με την AvtoVAZ στην παροχή τεχνικών και σχεδιαστικών πατεντών. Ήταν ένα ιδιαίτερα απλό και φθηνό αυτοκίνητο, αν και το 1982 κυκλοφόρησε μια πολυτελής έκδοσή του, το οποίο είχε αρκετά μεγάλη εμπορική επιτυχία τόσο στην ανατολική όσο και στη δυτική Ευρώπη. Μετά το 1990 και την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης η αυτοκινητοβιομηχανία AvtoVAZ αντιμετώπισε οικονομικά προβλήματα. Ταυτόχρονα οι νεότερες αυστηρότερες προδιαγραφές των οχημάτων που επέβαλε η Ευρωπαϊκή Ένωση ανάγκασαν την AvtoVAZ να αποσύρει το μοντέλο από τις ευρωπαϊκές αγορές. Το μοντέλο συνέχισε να κυκλοφορεί, με νεότερες εκδόσεις ως και το 2015 στην ανατολική Ευρώπη και Ασία. Είναι ένα από τα πιο επιτυχημένα μοντέλα σε πωλήσεις, πιο συγκεκριμένα τρίτο στη σειρά μετά από τον Σκαραβαίο και το μοντέλο Τ της Ford. Η αξιολόγηση αυτή περιλαμβάνει όχι μόνο το συγκεκριμένο μοντέλο αλλά όλα τα μοντέλα Lada Riva που κυκλοφόρησαν από την αρχή μέχρι και το τέλος της σειράς.
Lada Niva
Το Niva είναι ένα αυτοκίνητο για μετακινήσεις εκτός δρόμου (SUV) που κατασκευάζεται από την αυτοκινητοβιομηχανία AvtoVAZ. Η παραγωγή του ξεκίνησε το 1977 και συνεχίζεται ως και σήμερα. Ως αυτοκίνητο εκτός δρόμου έφερε πολλές καινοτομίες. Αρχικά υπήρξε το πρώτο αυτοκίνητο της κατηγορίας με ενιαίο δομικό αμάξωμα (μονοκόκ). Είχε επιπλέον ανεξάρτητες εμπρός αναρτήσεις και ο πίσω ημιάκαμπτος άξονας στηρίζεται σε ελατήρια για καλύτερη απορρόφηση των κραδασμών στις μετακινήσεις εκτός δρόμου. Τέλος, διαθέτει εδώ και πάρα πολλά χρόνια 3 διαφορετικά συστήματα τετρακίνησης για να προσαρμόζεται ανάλογα με τις συνθήκες εκτός δρόμου. Τα παραπάνω στοιχεία σήμερα έχουν υιοθετηθεί από τα περισσότερα SUV αυτοκίνητα που κυκλοφορούν.
Πολωνία
Polski 125p
Το Polski 125p είναι ένα μικρού μεγέθους αυτοκίνητο που κατασκευαζόταν από την κρατική αυτοκινητοβιομηχανία της Πολωνίας (FSO) από το 1967 ως και το 1991. Η κατασκευή του ήταν σε συμφωνία με τη Fiat και αποτελούσε μια απλουστευμένη και φθηνότερη έκδοση του τότε κραταιού μικρού Fiat 125. Για να ξεχωρίσει από το ιταλικό «αδελφάκι» του, δόθηκε στο μοντέλο το όνομα Polski Fiat (πολωνικό Fiat). Κυκλοφόρησαν εκδόσεις με διαφορετικά αμαξώματα (4θυρο σεντάν, 5θυρο στέισον και μικρό βαν) με κινητήρες 55 και 60 ίππων. Το μοντέλο ήταν διαθέσιμο και στο εξωτερικό, κυρίως στη Μεγάλη Βρετανία, η δε τιμή του ήταν πολύ ανταγωνιστική καθώς για μια περίοδο ήταν το πιο φθηνό αυτοκίνητο της αγοράς. Αν και ιδιαίτερα αξιόπιστο και άνετο, οι πωλήσεις του δεν ήταν οι αναμενόμενες. Αυτό οφειλόταν τόσο στο ότι τα κρατήματά του στον δρόμο όσο και η ανάρτησή του ήταν πολύ κακής απόδοσης ακόμα και για τα δεδομένα της εποχής. Συνολικά παράχθηκαν περίπου 1.445.000 οχήματα. Αντικαταστάθηκε το 1991 από το FSO Polonez.
Ανατολική Γερμανία
Wartburg 353/353s
Το Βάρτμπουργκ 353 είναι ένα μεσαίας κατηγορίας αυτοκίνητο που κατασκευαζόταν στην Ανατολική Γερμανία από το 1966 ως και το 1988 από την ομώνυμη κρατική βιομηχανία. Ήταν το σημαντικότερο και πιο επιτυχημένο μοντέλο της αυτοκινητοβιομηχανίας εμπορικά και για αυτόν τον λόγο έμεινε σε παραγωγή για 22 χρόνια.
Το μοντέλο εξελίχθηκε στα εργοστάσια της BMW που είχαν παραμείνει στην Ανατολική Γερμανία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο σχεδιασμός του αυτοκινήτου μοιάζει αρκετά σε αυτόν των τυπικών σεντάν της κατηγορίας για εκείνη την εποχή, έχοντας ωστόσο πολλές στρογγυλεμένες καμπύλες στις γωνίες, που το κάνουν να έχει καλή αεροδυναμική με τα τότε δεδομένα αλλά και να διαφέρει σημαντικά στην αισθητική του. Ένα άλλο μοναδικό του χαρακτηριστικό είναι τα τετράγωνα φώτα εμπρός σε αντίθεση με τη συμβατικη τότε στρογγυλή σχεδίαση.
Τεχνολογικά είναι ένα πολύ εντυπωσιακό αυτοκίνητο για την εποχή του. Είχε μια σειρά από μεγάλες και σημαντικές καινοτομίες. Ως προς την παθητική ασφάλεια είχε ζώνες ελεγχόμενης παραμόρφωσης ενώ και το εσωτερικό του ήταν κατασκευασμένο από μαλακά υλικά, για να προστατεύει από ενδεχόμενη σύγκρουση. Η ενεργητική του ασφάλεια ήταν επίσης ιδιαίτερα υψηλή λόγω των ανεξάρτητων αναρτήσεων στους 4 τροχούς, της πολύ καλής ορατότητας στον δρόμο και της θέσης του κινητήρα εμπρός, που βοηθούσε στην καλή κατανομή του βάρους και στην οδηγησιμότητα. Ακόμα, διέθετε σύστημα φρένων με δισκόφρενα και ένα πρώιμο σύστημα ABS στους πίσω τροχούς για την αποφυγή μπλοκαρισμάτων.
Άλλες τεχνολογικές καινοτομίες ήταν οι ισχυροί προβολείς ιωδίου, ο ιδιαίτερος πίνακας οργάνων που αποτελούνται από κυκλικά αντί για ευθύγραμμα όργανα, που ήταν το σύνηθες εκείνη την εποχή, και τα προσκέφαλα στα εμπρός καθίσματα για μεγαλύτερη άνεση των επιβατών.
Μηχανολογικά διέθετε κινητήρα δίχρονο τριών κυλίνδρων με συνολική ισχύ 45 ίππων, ενώ το 1968 κυκλοφόρησε αναβαθμισμένη έκδοση 50 ίππων και μετέπειτα το 1985 κυκλοφόρησε και μοντέλο 57 ίππων. Η τελική ταχύτητα του αρχικού μοντέλου έφτανε τα 130 χιλιόμετρα ανά ώρα ενώ ο ισχυρότερος κινητήρας είχε τελική 150 χιλιομέτρων ανά ώρα. Τέλος κυκλοφόρησαν και ειδικές εκδόσεις του μοντέλου είτε ως περιπολικά είτε για χρήση σε αγώνες ταχύτητας. Και οι δύο παραπάνω εκδόσεις έφεραν πολύ διαφορετικούς κινητήρες, αναρτήσεις και λοιπά συστήματα για την ανάγκη αυξημένων επιδόσεων στη χρήση τους.
Το Wartburg 353 γνώρισε ιδιαίτερη επιτυχία και για αυτόν τον λόγο κυκλοφόρησε και σε διαφορετικές εκδόσεις είτε ως λιμουζίνα σεντάν, είτε ως station wagon είτε ως μικρό αγροτικό όχημα. Συνολικά πουλήθηκαν πάνω από 1 εκατομμύριο οχήματα ως το τέλος του κύκλου ζωής του. Το μοντέλο ποτέ δεν αντικαταστάθηκε καθώς οι πολιτικές συνθήκες της εποχής στην Ανατολική Γερμανία σηματοδότησαν το τέλος της αυτοκινητοβιομηχανίας Βάρτμπουργκ στο σύνολό της.
Barkas B1000
Το B1000 είναι ένα μικρό φορτηγάκι που κατασκευαζόταν στην Ανατολική Γερμανία στην πόλη Chemnitz από τον κατασκευαστή VEB Barkas – Verke. Βρισκόταν σε παραγωγή από το 1961 ως και το 1988. Είναι ένα όχημα με κίνηση στους εμπρός τροχούς εφοδιασμένο με μια δίχρονη μηχανή 1.000 κυβικών εκατοστών και ισχύος 31 ίππων. Σημαντικό χαρακτηριστικό ήταν η ιδιόμορφη κατασκευή της ανάρτησης που χρησιμοποιούσε εμπρός και πίσω έναν διαγώνιο σύνδεσμο. Ο υπόλοιπος εξοπλισμός του ήταν ο τυπικός για τα οχήματα αυτού του τύπου για εκείνη την εποχή. Ιδιαιτερότητα του οχήματος είναι πως το σώμα του και τα μηχανολογικά μέρη του επιδεικνύουν ιδιαίτερα υψηλή αξιοπιστία. Για αυτόν τον λόγο στα 27 χρόνια της παραγωγής του έχει κυκλοφορήσει σε διαφορετικές εκδόσεις, ως μικρό φορτηγάκι για μεταφορά επιβατών, ως μικρό επαγγελματικό βαν, ως φορτηγό με καρότσα μέχρι και νταλίκα για μεταφορά κοντέινερ. Παρόλο που το 1989 είχε παρουσιαστεί το νέο μοντέλο το Β1000-1 εντούτοις δεν κυκλοφόρησε ποτέ καθώς η αυτοκινητοβιομηχανία εξαγοράστηκε από μια ρωσική εταιρεία, η οποία και έβαλε τέλος στον κύκλο ζωής του μοντέλου.
Τσεχοσλοβακία
Skoda 135
Το Skoda 135 είναι ένα μικρό οικογενειακό αυτοκίνητο, που κατασκευάστηκε στην πρώην Τσεχοσλοβακία από την αυτοκινητοβιομηχανία Skoda μεταξύ του 1984 και του 1990. Κυκλοφόρησε τόσο σε διθυρες όσο και σε τετράθύρες εκδόσεις με κινητήρες 58 και 62 ίππων αντιστοίχως. Το μοντέλο ήταν αρκετά επιτυχημένο σε πωλήσεις. Ωστόσο ξεπεράστηκε πολύ γρήγορα λόγω της πολύ φτωχής σχεδίασης που διέθετε παραπέμποντας σε οχήματα τα δεκαετίας του 1960. Μολαταύτα, η αντίστοιχη σπορ έκδοση του μοντέλου, το rapid Coupe, ήταν ιδιαιτέρως αξιόλογο και συναγωνιζόταν ευθέως την πολύ διάσημη Porsche 911 της εποχής σε αγώνες ταχύτητας.
Ρουμανία
Dacia 1310
Η Dacia είναι η μοναδική αυτοκινητοβιομηχανία της χώρας. Ξεκίνησε τη λειτουργία της το 1966 και το όνομά της το πήρε από την αρχαία ρωμαϊκή επαρχία της Δακίας (Dacia), η οποία αντιστοιχούσε περίπου στην σημερινή περιοχή της Ρουμανίας. Η βιομηχανία έχει έδρα τη πόλη του Μιοβένι. Στόχος της τότε κυβέρνησης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ρουμανίας ήταν η παραγωγή και διάθεση ενός καλού και φθηνού αυτοκινήτου.
Το μοντέλο 1310 είναι ένα οικογενειακό αυτοκίνητο που κατασκευαζόταν από το 1979 έως και το 2006 από τη ρουμανική αυτοκινητοβιομηχανία Dacia αρχικά ως ανεξάρτητος κατασκευαστής ως το 1999 και εν συνεχεία σε συνεργασία με τη γαλλική Renault.
Στη διάρκεια της παραγωγής του κυκλοφόρησε σε διαφορετικά αμαξώματα (σεντάν, φορτηγάκι, χάτσμπακ και σπορ κουπέ). Συκολικά υπήρξαν, έξι διαφορετικές γενιές του μοντέλου, με την τελευταία να έχει και τις περισσότερες επιρροές από τη Renault λόγω της από κοινού ανάπτυξης του μοντέλου. Τεχνολογικά δεν έφερε ιδιαίτερες καινοτομίες καθώς ακολουθούσε με κάποια καθυστέρηση τις νόρμες της εποχής. Κάθε νέο μοντέλο της σειράς έφερε διαφορετική σχεδίαση στο εξωτερικό ενώ το εσωτερικό και τα υποσυστήματα του οχήματος ήταν τα βασικά για την εποχή.
Ωστόσο, σπουδαίο χαρακτηριστικό του αυτοκινήτου ήταν η προσιτή τιμή του σε συνδυασμό με το μέγεθός του, που κάλυπτε τις ανάγκες μιας λαϊκής οικογένειας. Αυτός ήταν και ο λόγος που το μοντέλο ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένο. Συνολικά κατασκευάστηκαν πάνω από 2,2 εκατομμύρια οχήματα στα 26 χρόνια παραγωγής του. Αντικαταστάθηκε από το Dacia Logan το 2006.
Επίλογος
Τα αυτοκίνητα αυτά ήταν αρκετά επιτυχημένα στην Ελλάδα καθώς συνδύαζαν μια σχετική αξιοπιστία και φθηνή τιμή. Σε εποχές που το μέσο εισόδημα του Έλληνα ήταν από τα χαμηλά της Ευρώπης, τα αυτοκίνητα αυτά ήταν η ενδεδειγμένη λύση για τον Έλληνα επαγγελματία αλλά και τον οικογενειάρχη. Η δυνατότητα εισαγωγής αυτοκινήτων από τις χώρες του τότε σοσιαλιστικού κόσμου αν και η Ελλάδα ανήκε στο «αντίπαλο» στρατόπεδο δείχνει την ευελιξία των τότε ελληνικών κυβερνήσεων και την προσαρμογή τους στο αθάνατο ρητό: «Ανάγκα και θεοί πείθονται».
Πηγές
Ηλ. Ταχ.: [email protected]
Ευθύμης Κυρίκος
Ηλεκτρολόγος Μηχανικός Ειδικός Αυτοματισμού και Ρομποτικής